Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στάδιο
ουσιαστικό ουδέτερο

1 stadio
2 [αγώνισμα] corsa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σταδιακός σταδιοδρομία  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το αθλητικό στάδιο = palazzo [αρσ.] dello sport


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---