Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σταφιδιάζω
ρήμα αμετάβατο

1 aggrinzare
2 aggrinzarsi
3 aggrinzire
4 aggrinzirsi
5 essiccarsi
6 intristire
7 raggrinzarsi (vrifl)
8 raggrinzirsi (vrifl)
9 rinsecchire (vi)
10 risecchire (vi)
11 seccare (vi)
12 seccarsi (vrifl)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σταφίδα σταφίδιασμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---