ItalianoGreco


carovàna  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [karoˈvana]

1 πομπή
2 ομάδα
3 καραβάνι
4 μεγάλη εταιρεία
5 εφοδιοπομπή
6 κουστωδία
7 συνοδεία
8 ορδή
9 συνοδοιπορία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---