Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ικανοποιημένος  
επίθετο

1 participio passato del verbo [ικανοποιώ]
2 conte`nto
3 entusia`sta
4 soddisfa`tto

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ιικός ικανοποίηση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---