Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παπαρδέλας
ουσιαστικό αρσενικό

1 chiacchierino
2 chiacchierone
3 pappolone
4 parabolone
5 parolaio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παπαρδέλα παπαρούνα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---