Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ρευστοποιούμαι
ρήμα παθητικό

1 fluidificarsi
2 fondere
3 illiquidire
4 liquefarsi
5 sciogliersi (vrifl)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ρευστοποιήσιμος ρευστοποιώ  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---