Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ρυτιδωμένος
επίθετο

1 adusto
2 aggrottato
3 corrugato
4 crespato
5 grinzoso
6 grinzuto
7 increspato
8 rigato
9 rinsecchito
10 rugoso

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ρυτίδωμα ρυτιδώνομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---