Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ευχερέστατος
επίθετο

superlativo di [ευχερής]

ευχερέστερος
επίθετο

comparativo di [ευχερής]

ευχερής  
επίθετο

1 age`vole
2 fa`cile
3 flue`nte

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ευχέρεια ευχερία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---