Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παχύδερμος
επίθετο

1 cotennoso
2 pachidermico

παχυδέρμος
επίθετο

1 zoologia pachidermico
2 [senso figurato] insensibile

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παχύδερμο πάχυνση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---