Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

αξιολόγηση [-εις] {-η... αξιοποιητής [ουσ αρσ ]
αξιολογητής [ουσ αρσ ] αξιόποινος [επίθ.]
αξιόλογος [επίθ.] αξιοποιώ (αξιοποίησ...
αξιολογότατος [επίθ.] αξιοπρέπεια {χωρ. πληθ...
αξιολογότερος [επίθ.] αξιοπρεπέστατος [επίθ.]
αξιολογούμενος [επίθ.] αξιοπρεπέστερος [επίθ.]
αξιολογώ [-είς, -εί... αξιοπρεπής {αξιοπρεπ-...
αξιολογώτατος [επίθ.] αξιοπρεπώς [επίρ.]
αξιολογώτερος [επίθ.] αξιοπρόσεκτα [επίρ.]
αξιολύπητος [επίθ.] αξιοπρόσεκτος [επίθ.]
αξιομακάριστος [επίθ.] αξιοπρόσεχτος [επίθ.]
αξιόμαχος [επίθ.] άξιος [επίθ.]
αξιόμεμπτος [επίθ.] αξιοσέβαστος [επίθ.]
αξιομίμητος [επίθ.] αξιοσεβάστως [επίρ.]
αξιομισθία [θηλ.ουσ] αξιοσημείωτα [επίρ.]
αξιομνημόνευτος [επίθ.] αξιοσημείωτος [επίθ.]
αξιοπαρατήρητος [επίθ.] αξιοσύνη [θηλ.ουσ]
αξιοπερίεργο [ουσ ουδ.] αξιοσύστατος [επίθ.]
αξιοπερίεργος [επίθ.] αξιοσυχώρετος [επίθ.]
αξιοπεριφρόνητος [επίθ.] αξιότατος [επίθ.]
αξιοπιστία {χωρ. πληθ... αξιότερος [επίθ.]
αξιόπιστος [επίθ.] αξιότητα [θηλ.ουσ]
αξιοποιημένος [επίθ.] αξιότιμος [επίθ.]
αξιοποίηση [-εις] {-η... αξιόχρεο [ουσ ουδ.]
αξιοποιήσιμος [επίθ.] αξιόχρεος [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: