Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

αποκορυφώνομαι ipf αποκορ... απόκρημνος [επίθ.]
αποκορύφωση [θηλ.ουσ] Αποκριά, (raro) Απόκρια pl αποκριέ...
αποκορύφωσις [θηλ.ουσ] αποκριάτικος [επίθ.]
αποκοσκινίδι [ουσ ουδ.] Απόκριες [θηλ. ουσ πληθ.]
απόκοσμος [επίθ.] αποκρίνομαι (αποκρίθηκ...
απόκοτα [επίρ.] απόκριση [-εις] {-η...
αποκοτάω [ρ. μτβ.] αποκρουόμενος [επίθ.]
αποκοτιά {χωρ. γεν.... απόκρουση {-ης κ. -ο...
απόκοτος [επίθ.] αποκρουστικά [επίρ.]
αποκουμπάω aor αποκού... αποκρουστικός [επίθ.]
αποκούμπι {χωρ. γεν.... αποκρουστικότατος [επίθ.]
αποκουταίνομαι aor αποκου... αποκρουστικότερος [επίθ.]
αποκουταίνω aor αποκού... αποκρουστικότητα [θηλ.ουσ]
αποκουτιαίνομαι aor αποκου... αποκρουστικώτατος [επίθ.]
αποκουτιαίνω (αποκούτια... αποκρουστικώτερος [επίθ.]
αποκόφτω ipf απόκοβ... απόκρουφα [επίρ.]
απόκοψη [θηλ.ουσ] απόκρουφος [επίθ.]
αποκραίνομαι ipf αποκρι... αποκρούω (απέκρ-ουσ...
αποκραίνω [ρ. μτβ.] αποκρύβω ipf απόκρυ...
αποκρατικοποίηση {-ης κ. -ή... αποκρυγιαίνω [ρ. μτβ.]
αποκρατικοποιώ (αποκρατικ... αποκρυμμένος [επίθ.]
αποκρένομαι ipf αποκρι... αποκρυπτογραφημένος [επίθ.]
αποκρεύω (απόκρεψα)... αποκρυπτογράφηση {-ης κ. -ή...
αποκρη§άτικος [επίθ.] αποκρυπτογράφησις [θηλ.ουσ]
απόκρημνα [επίρ.] αποκρυπτογραφητής [ουσ αρσ ]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: