Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

γιαχνί [ουσ ουδ.] γιερμάς [ουσ αρσ ]
γιαχωβάς {γιββώνων} γιλέκο [ουσ ουδ.]
γιαχωβού [θηλ.ουσ] γινατεύω (-)
Γιβραλτάρ [nome pr. nt.] γινάτι {γινατ-ιού...
γίγαντας {γιγάντων} γίνεται (-)
γιγαντεμένος [επίθ.] γίνομαι {έγινα (να...
γίγαντες [ουσ αρσ πληθ.] γινόμενο {γινομέν-ο...
γιγαντεύω (γιγάντ-εψ... γίνωμα {γινώματος...
γιγαντιαίος [επίθ.] γινωμένος [επίθ.]
γιγάντιος [επίθ.] γινώσκω (έγν-ων, -...
γιγαντισμός [ουσ αρσ ] γιογιό [ουσ ουδ.]
γιγάντισσα {γιγαντισσ... γιόγκα [ουσ ουδ.]
γιγαντοαφίσα {γιγαντοαφ... γιόγκι [ουσ αρσ ]
γιγαντομαχία {γιγαντομα... γιοιιχαίζω {γιουχάισ-...
γιγαντοοθόνη {γιγαντοοθ... γιόκας [ουσ αρσ ]
γιγαντόσωμος [επίθ.] γιομάτος [επίθ.]
γιγαντωμένος [επίθ.] γιομίζω (-)
γιγαντώνομαι (γιγαντ-ώθ... γιόμιση [θηλ.ουσ]
γίγας [ουσ αρσ ] γιομισμένος [επίθ.]
γίγνεσθαι [ουσ ουδ.] γιομόζω (-)
γίδα {γιδών} γιορντάνι {χωρ. γεν....
γίδι {γιδ-ιού |... γιορτάζω {γιόρτασ-α...
γίδια [ουσ ουδ πληθ.] γιορτάζω {γιόρτασ-α...
γιδοβοσκός [ουσ αρσ ] γιορτασμένος [επίθ.]
γιδοπρόβατα {γιδοπροβά... γιορτασμός [ουσ αρσ ]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: