Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ξαναρίχνομαι [ρ.] ξανατρέχω {ξανάτρεξα...
ξαναρίχνω (ξανάριξα) ξανατσακώνομαι [ρ.]
ξαναρυθμίζω [ρ.] ξανατύλιγμα [ουσ ουδ.]
ξαναρχίζω {ξανάρχισα... ξανατυλίγομαι [ρ.]
ξαναρχίνισμα [ουσ ουδ.] ξανατυλίγω [ρ.]
ξαναρχινώ {ξαναρχινά... ξαναφαίνομαι {ξαναφάνηκ...
ξανάρχομαι {ξανάρθα κ... ξαναφέρνω αόρ. ξανάφ...
ξανασαίνω {ξανάσανα}... ξαναφεύγω αόρ. ξανάφ...
ξανάσασμα [ουσ ουδ.] ξαναφιλώ [ρ.]
ξανασηκώνομαι [ρ.] ξαναφόρτωμα [ουσ ουδ.]
ξανασηκώνω [ρ.] ξαναφορώ [ρ.]
ξανασκέπτομαι [ρ.] ξαναφουρνίζω [ρ.]
ξανασκέφτομαι [ρ. μτβ.] ξαναφουσκώνω [ρ.]
ξανασκουπίζω [ρ.] ξαναφτιαγμένος [επίθ.]
ξανασμίγω αόρ. ξανάσ... ξαναφτιάχνω αόρ. ξανάφ...
ξανασμίξιμο [ουσ ουδ.] ξαναφυσώ [ρ.]
ξανασπρώχνομαι [ρ.] ξαναφυτεύω [ρ. μτβ.]
ξανασπρώχνω [ρ.] ξαναφωνάζω [ρ.]
ξαναστέκομαι [ρ.] ξαναχάνω [ρ.]
ξαναστέλνω (ξανάστειλ... ξαναχρησιμοποιώ [ρ.]
ξαναστρίβω [ρ.] ξαναχτίζομαι [ρ.]
ξανασυλλαμβάνω [ρ.] ξαναχτίζω {ξανάχτισ-...
ξανασυμβαίνω [ρ.] ξαναχτίσιμο [ουσ ουδ.]
ξανασυναντώ [ρ. μτβ.] ξαναχτύπημα [ουσ ουδ.]
ξανασυνδέομαι [ρ.] ξαναχτυπώ {ξαναχτυπά...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: