Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

πελματοβάμων [ουσ αρσ ] πένθιμος [επίθ.]
πελοποννήσιος [επίθ.] πένθος [ουσ αρσ ]
Πελοπόννησος {Πελοποννή... πενθώ {πενθείς.....
πελούζα {χωρ. γεν.... πενθών [επίθ.]
πελταστής [ουσ αρσ ] πενία {χωρ. πληθ...
πελτές {πελτέδες} πενικιλίνη {χωρ. πληθ...
πελτοειδής [επίθ.] πενιχρός [επίθ.]
πελώρια [επίρ.] πενιχρότητα [θηλ.ουσ]
πελώριος [επίθ.] πέννα [θηλ.ουσ]
Πέμπτη [θηλ.ουσ] πένομαι {μόνο σε ε...
πέμπτος [επίθ.] πένσα [θηλ.ουσ]
πεμπτουσία {χωρ. πληθ... πεντάγραμμο [ουσ ουδ.]
πεμπτοφαλαγγίτης [ουσ αρσ ] πενταγωνικός [επίθ.]
πέμπω αόρ. έπεμψ... πενταγώνιος [επίθ.]
πέμφιγα [θηλ.ουσ] πεντάγωνο [ουσ ουδ.]
πένα {σπάν. πεν... πεντάγωνος [επίθ.]
πενάκι [ουσ ουδ.] πεντάδα [θηλ.ουσ]
πέναλτυ [ουσ ουδ.] πενταδάκτυλος [επίθ.]
πενήντα [ απόλ. αριθμ. επίθ.] πεντάδυμα [ουσ ουδ.]
πενηντάρα {χωρ. γεν.... πεντάεδρο [ουσ ουδ.]
πενηντάρης {πενηντάρη... πενταετής [επίθ.]
πενηνταριά {χωρ. πληθ... πενταετία [θηλ.ουσ]
πένης {πέν-ητος,... πενταθλήτρια [θηλ.ουσ]
πένητας [επίθ.] πεντακάθαρα [επίρ.]
πένθιμα [επίρ.] πεντακάθαρος [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: