Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

συστρέφομαι αόρ. συνέσ... συχωριανός [επίθ.]
συστρέφω {συνέστρ-ε... συχώριο {χωρ. πληθ...
συστροφή [θηλ.ουσ] συχωρνώ [-άς, -ά] ...
σύστυλος [ουσ αρσ ] συχωροχάρτι [ουσ ουδ.]
συσφίγγω {συνέσφιξα... συχωρώ [-είς/-άς,...
σύσφιγξη {-ης κ. -ί... σφαγέας {σφαγ-είς,...
συσχετίζομαι [ρ.] σφαγείο [ουσ ουδ.]
συσχετιζόμενος [επίθ.] σφαγή [θηλ.ουσ]
συσχετίζω {συσχέτισ-... σφαγιάζω {σφαγίασ-α...
συσχετίζων [επίθ.] σφαγιασμένος [επίθ.]
συσχέτιση [θηλ.ουσ] σφαγιασμός [ουσ αρσ ]
συσχετισμένος [επίθ.] σφαγιαστής [ουσ αρσ ]
συσχετισμός [ουσ αρσ ] σφαγιαστικός [επίθ.]
σύφιλη {χωρ. πληθ... σφαγιδιτικός [επίθ.]
συφιλιδικός [επίθ.] σφάγνος [ουσ αρσ ]
συφοριασμένος [επίθ.] σφαδάζω (σφάδασα)
συχαρίκια {χωρ. γεν.... σφάζω (έσφαξα, σ...
συχνά [επίρ.] σφαίρα {σφαιρών}
συχνάζω {σύχνασα} ... σφαιρηστήριο [ουσ ουδ.]
συχνοπέρασμα [ουσ ουδ.] σφαιρίδιο {σφαιριδί-...
συχνός [επίθ.] σφαιρικά [επίρ.]
συχνότερος [επίθ.] σφαιρικός [επίθ.]
συχνότητα {συχνοτήτω... σφαιρικότητα [θηλ.ουσ]
συχωρεμένος [επίθ.] σφαιρίνη {σφαιρινών...
συχώρεση [θηλ.ουσ] σφαίριο [ουσ ουδ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: