GrecoItaliano


αντικομμουνιστής  
ουσιαστικό αρσενικό

politica anticomuni`sta ^mf^

αντικομουνιστής
ουσιαστικό αρσενικό

variante di [αντικομμουνιστής ^-ή, ο^]

αντικομμουνίστρια
ουσιαστικό θηλυκό

1 femminile di [αντικομμουνιστής ^-ή, ο^]
2 politica anticomuni`sta ~f~

permalink



Sfoglia il dizionario




{{ID:ANTIKOMOYNISTHS100}}
---CACHE---