απαιτητικός
επίθετο
esige`nte απαιτητικός πελάτης==cliente esigente
απαιτητικότατος
επίθετο
superlativo di [απαιτητικός]
απαιτητικώτατος
επίθετο
superlativo di [απαιτητικός]
απαιτητικότερος
επίθετο
comparativo di [απαιτητικός]
απαιτητικώτερος
επίθετο
comparativo di [απαιτητικός]
επίθετο
esige`nte απαιτητικός πελάτης==cliente esigente
απαιτητικότατος
επίθετο
superlativo di [απαιτητικός]
απαιτητικώτατος
επίθετο
superlativo di [απαιτητικός]
απαιτητικότερος
επίθετο
comparativo di [απαιτητικός]
απαιτητικώτερος
επίθετο
comparativo di [απαιτητικός]
permalink
απαιτητικός [επίθ.]
απαιτητικότατος [επίθ.]
απαιτητικότερος [επίθ.]
απαιτητικώτατος [επίθ.]
---CACHE---
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
