Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›απειλητικά

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

απειλητικά  
επίρρημα

1 minacciosa`mente
2 sinistrame`nte
3 truceme`nte

permalink
‹ απειλημένος
απειλητικός ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

απεικονισμένος [επίθ.]
απεικονιστικά [επίρ.]
απεικονιστικός [επίθ.]
απειλή [θηλ.ουσ]
απειλημένος [επίθ.]
απειλητικά [επίρ.]
απειλητικός [επίθ.]
απειλητικότατος [επίθ.]
απειλητικώτατος [επίθ.]
απειλούμαι [ρ. παθ.]
απειλώ (απείλ-ησα...
απείραγος [επίθ.]
Απείραθος [κύρ.όν. θηλ.]
απείρακτος [επίθ.]
απειράριθμος [επίθ.]
απείραχτος [επίθ.]
απειρία{1} {χωρ. πληθ...
απειρία{2} {χωρ. πληθ...
άπειρο {απείρου |...
απειροβαθής [επίθ.]


{{ID:APEILHTIKA100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti