GrecoItaliano


αθλοθέτης  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

chi istitui`sce un pre`mio

αθλοθέτρια
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [αθλοθέτης ^-η, ο|η^]

permalink



Sfoglia il dizionario




{{ID:AQLOQETHS100}}
---CACHE---