Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αργιλλώδης
επίθετο

variante di [αργιλώδης]

αργιλώδης  
επίθετο

1 argillo`so αργιλώδες έδαφος==terreno argilloso
2 argilla`ceo; argillo`so

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αργιλλούχος αργιλοπλαστική  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---