Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›άστριος

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

άστριος  
ουσιαστικό αρσενικό

1 ortocla`sio ~m~
2 spato ~m~
3 feldspa`to ~m~

permalink
‹ αστρικός
άστρο ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

αστρεχιά [θηλ.ουσ]
άστρεχτος [επίθ.]
αστρί {χωρ. γεν....
αστρικό [ουσ ουδ.]
αστρικός [επίθ.]
άστριος ο, pl coll...
άστρο [ουσ ουδ.]
αστροβιολογία [θηλ.ουσ]
αστροβιολογικός [επίθ.]
αστροβιολόγος [ουσ αρσ ]
αστρογεωλογία [θηλ.ουσ]
αστρογεωλογικός [επίθ.]
αστρογεωλόγος [ουσ αρσ ]
αστρογραφία [θηλ.ουσ]
αστρογράφος [ουσ αρσ ]
αστροδυναμική [θηλ.ουσ]
αστροδυναμικός [επίθ.]
αστροκεντημένος [επίθ.]
αστρολάβος [ουσ αρσ ]
αστρολατρία [θηλ.ουσ]


{{ID:ASTRIOS100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti