Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βαλές  
ουσιαστικό αρσενικό

1 valle`tto ~m~; dome`stico ~m~; servo ~m~
2 carte fa`nte ~mf~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Βαλέριος βαλίτζα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---