Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›χασάπικο

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

χασάπικο
ουσιαστικό ουδέτερο

1 [κατάστημα] macelleria
2 musica melodia

permalink
‹ χασάπης
χασαπιό ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

χαρτοφυλάκιο {χαρτοφυλα...
χαρτωσιά [θηλ.ουσ]
Χάρυβδη η (χωρίς π...
χαρωπός [επίθ.]
χασάπης {χασάπηδες...
χασάπικο [ουσ ουδ.]
χασαπιό [ουσ ουδ.]
χασαπόπουλο [ουσ ουδ.]
χασαποταβέρνα {χασαποταβ...
χασές {χασέδες}
χασίκλας [ουσ αρσ ]
χασικλής {χασικλήδε...
χάσικος [επίθ.]
χάσιμο {χασίμ-ατο...
χασίς {άκλ.}
χασίσι {χασισιού}
χασισοποτείο [ουσ ουδ.]
χασισοπότης {χασισοποτ...
χασισοφυτεία {χασισοφυτ...
χασκαρίζω [ρ.]


{{ID:CASAPIKO100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti