Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›χρεία

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

χρεία
ουσιαστικό θηλυκό

1 bisogno
2 esigenza
3 istanza
4 miseria
5 necessità
6 occorrenza
7 penuria
8 privazione
9 ristrettezza
10 scarsezza
11 scarsità

permalink
‹ χρέη
χρειάζεται ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

χουφτώνω {χούφτω-σα...
χοχλακιάζω [ρ.αμτβ.]
χοχλάκισμα [ουσ ουδ.]
χοχλιός [ουσ αρσ ]
χρέη [ουσ ουδ πληθ.]
χρεία {χρειών}
χρειάζεται [ρ. απρ.]
χρειάζομαι {χρειάσ-τη...
χρειαζούμενος [επίθ.]
χρειάρης [ουσ αρσ ]
χρειώδες [θηλ. ουσ πληθ.]
χρειώδη [ουσ ουδ πληθ.]
χρειώδης {χρειώδ-ου...
χρεμετισμός [ουσ αρσ ]
χρεόγραφα [ουσ ουδ πληθ.]
χρεόγραφο [ουσ ουδ.]
χρεοκοπημένος [επίθ.]
χρεοκοπία [θηλ.ουσ]
χρεοκόπος [ουσ αρσ ]
χρεοκοπώ {χρεωκοπεί...


{{ID:CREIA100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti