GrecoItaliano


δείκτης
ουσιαστικό αρσενικό

variante di [δείκτης ^-η, ο^]

permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ο δείκτης προστασία = fattore [αρσ.] di protezione [θηλ.] || (di crema solare) δείκτης προστασίας = (αντιλιακή κρέμα) fattore [αρσ.] di protezione || προς την κατεύθυνση των δεικτών του ρολογιού = in senso orario



Sfoglia il dizionario




{{ID:DEIKTHS100}}
---CACHE---