δεκαοχτάρης
ουσιαστικό αρσενικό
diciotte`nne ~mf~
δεκαοχτάρα
ουσιαστικό θηλυκό
femminile di [δεκαοχτάρης]
δεκαοκτάρης
ουσιαστικό αρσενικό
variante di [δεκαοχτάρης]
δεκαοκτάρα
ουσιαστικό θηλυκό
femminile di [δεκαοχτάρης]
ουσιαστικό αρσενικό
diciotte`nne ~mf~
δεκαοχτάρα
ουσιαστικό θηλυκό
femminile di [δεκαοχτάρης]
δεκαοκτάρης
ουσιαστικό αρσενικό
variante di [δεκαοχτάρης]
δεκαοκτάρα
ουσιαστικό θηλυκό
femminile di [δεκαοχτάρης]
permalink
δεκαοκτάρα [θηλ.ουσ]
δεκαοκτάρης [ουσ αρσ ]
δεκαοχτάρα {χωρ. γεν....
δεκαοχτάρης {δεκαοχτάρ...
---CACHE---
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
