διαλλακτικός
επίθετο
concilia`nte; accomoda`nte διαλλακτική στάση==comportamento conciliante
διαλλακτικότερος
επίθετο
comparativo di [διαλλακτικός]
διαλλακτικώτερος
επίθετο
comparativo di [διαλλακτικός]
διαλλακτικότατος
επίθετο
superlativo di [διαλλακτικός]
διαλλακτικώτατος
επίθετο
superlativo di [διαλλακτικός]
επίθετο
concilia`nte; accomoda`nte διαλλακτική στάση==comportamento conciliante
διαλλακτικότερος
επίθετο
comparativo di [διαλλακτικός]
διαλλακτικώτερος
επίθετο
comparativo di [διαλλακτικός]
διαλλακτικότατος
επίθετο
superlativo di [διαλλακτικός]
διαλλακτικώτατος
επίθετο
superlativo di [διαλλακτικός]
permalink
διαλλακτικός [επίθ.]
διαλλακτικότατος [επίθ.]
διαλλακτικότερος [επίθ.]
διαλλακτικώτατος [επίθ.]
---CACHE---
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
