Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›ευπείθεια

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

ευπείθεια  
ουσιαστικό θηλυκό

1 osserva`nza ~f~
2 ottempera`nza ~f~
3 sottomissio`ne ~f~
4 ubbidie`nza ~f~

permalink
‹ ευπατρίδης
ευπειθέστατος ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ευπαθέστατος [επίθ.]
ευπαθέστερος [επίθ.]
ευπαθής {ευπαθ-ούς...
ευπαρουσίαστος [επίθ.]
ευπατρίδης {-η κ. -ου...
ευπείθεια [θηλ.ουσ]
ευπειθέστατος [επίθ.]
ευπειθέστερος [επίθ.]
ευπειθής {ευπειθ-ού...
ευπειθώ [ρ. μτβ.]
ευπειθώς {ευπειθέστ...
εύπεπτος [επίθ.]
ευπεψία [θηλ.ουσ]
ευπιστία [θηλ.ουσ]
εύπιστος [επίθ.]
εύπλαστος [επίθ.]
ευπλαστότητα [θηλ.ουσ]
ευπορία [θηλ.ουσ]
εύπορος [επίθ.]
ευπορότατος [επίθ.]


{{ID:EYPEIQEIA100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti