Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


φωτοβολώ
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 illuminare
2 irradiare
3 lampeggiare
4 rischiarare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  φωτοβολταϊκός φωτογένεια  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---