Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Γαλάτες
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός

storia i Galli ~mp~

Γαλάτης  
ουσιαστικό αρσενικό

storia gallo ~m~, abita`nte ~mf~ della Ga`llia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γαλατερός Γαλατία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---