Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›Γιαννιώτης

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

Γιαννιώτης
ουσιαστικό αρσενικό

abita`nte ~m~ di Gia`nnina

Γιαννιώτισσα
ουσιαστικό θηλυκό

1 femminile di [Γιαννιώτης ^-η, ο^]
2 abita`nte ~f~ di Gia`nnina

permalink
‹ Γιάννης
γιάντες ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

γιακάς [θηλ.ουσ]
γιαλός [ουσ αρσ ]
γιάμπολη [θηλ.ουσ]
γιάνκης {Γιάνκηδες...
Γιάννης {λαϊκ. γεν...
Γιαννιώτης [ουσ αρσ ]
Γιαννιώτισσα [θηλ.ουσ]
γιάντες [ουσ ουδ.]
γιαούρτι {γιαουρτ-ι...
γιάπης {γιάπηδες}
γιαπί {γιαπ-ιού ...
γιάπισσα {γιαπισσών...
γιαπιτζής {γιαπιτζήδ...
Γιαπωνέζα [θηλ.ουσ]
γιαπωνέζικα [ουσ ουδ πληθ.]
γιαπωνέζικος [επίθ.]
Γιαπωνέζος [ουσ αρσ ]
γιάρδα {γιαρδών}
γιαρμάς {γιαρμάδες...
γιασεμί {γιασεμ-ιο...


{{ID:GIANNIWTHS100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti