Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόγιουρούσι
ουσιαστικό ουδέτερο ((popolare)) assa`lto ~m~; atta`cco ~m~ πρωί πρωί έκαναν το πρώτο γιουρούσι==fecero il primo assalto all'alba permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |