Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ηδυπαθέστατος
επίθετο

superlativo di [ηδυπαθής]

ηδυπαθέστερος
επίθετο

comparativo di [ηδυπαθής]

ηδυπαθής  
επίθετο

voluttuo`so, lussurio`so ηδυπαθές βλέμμα == sguardo voluttuoso

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ηδυπάθεια ηδύποτο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---