Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κάδρο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 corni`ce ~f~
2 quadro ~m~ κρεμώ ένα κάδρο στον τοίχο == attaccare un quadro alla parete

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καδράρω καδρόνι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---