GrecoItaliano


κιθαριστής  
ουσιαστικό αρσενικό

chitarri`sta ~mf~

κιθαρίστας
ουσιαστικό αρσενικό

variante di [κιθαριστής]

κιθαρίστρια
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [κιθαριστής] e di [κιθαρίστας]

permalink



Sfoglia il dizionario




{{ID:KIQARISTHS100}}