Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›κολίγας

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

κολίγας  
ουσιαστικό αρσενικό

1 colle`ga ~mf~
2 colo`no ~m~
3 fitta`volo ~m~
4 mezza`dro ~m~

κολίγος
ουσιαστικό αρσενικό

variante di [κολίγας]

permalink
‹ κολίανδρον
κολιγιά ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Kολεόπτερα [ουσ ουδ πληθ.]
κολεόπτερο {κολεοπτέρ...
κολεός [ουσ αρσ ]
κολεοσπασμός [ουσ αρσ ]
κολίανδρον [ουσ ουδ.]
κολίγας [ουσ αρσ ]
κολιγιά [θηλ.ουσ]
κολίγος [ουσ αρσ ]
κολιέ [ουσ αρσ ]
κολιέ [ουσ ουδ.]
κολικός [επίθ.]
κολικός [ουσ αρσ ]
κολιός [ουσ αρσ ]
κολίτιδα [θηλ.ουσ]
κόλλα {χωρ. γεν....
κολλαγόνο [ουσ ουδ.]
κολλαρίζω {κολλάρισ-...
κολλάρισμα [ουσ ουδ.]
κολλαρισμένος [επίθ.]
κολλαριστός [επίθ.]


{{ID:KOLIGAS100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti