Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›κυτταροφαγία

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

κυτταροφαγία  
ουσιαστικό θηλυκό

1 biologia citofagi`a ~f~
2 biologia fagocito`si ~f~

permalink
‹ κυτταροτροφοβλάστης
κυτταροχημεία ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

κυτταρολόγος [ουσ αρσ και θηλ.]
κυτταρόπλασμα {κυτταροπλ...
κυτταροστατικός [επίθ.]
κυτταρόστομα [ουσ ουδ.]
κυτταροτροφοβλάστης [ουσ αρσ ]
κυτταροφαγία [θηλ.ουσ]
κυτταροχημεία [θηλ.ουσ]
κυφός [επίθ.]
κυφότητα [θηλ.ουσ]
κύφτω [ρ.αμτβ.]
κύφωμα [ουσ ουδ.]
κύφωση {-ης κ. -ώ...
κυψέλη {κυψελών}
κυψελίδα [θηλ.ουσ]
κυψελιδικός [επίθ.]
κυψελοειδής {κυψελοειδ...
κυψελώδης {κυψελώδ-ο...
κυψελωτός [επίθ.]
κύων ο Ο γεν. κ...
Κώα [θηλ.ουσ]


{{ID:KYTTAROFAGIA100}}

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti