Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λύση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 soluzio`ne ~f~, risoluzio`ne ~f~, il riso`lvere ~m~ δε θα βρούμε ποτέ τη λύση == non troveremo mai la soluzione && λύση εξίσωσης == soluzione di un'equazione
2 risoluzio`ne ~f~, estinzio`ne ~f~ λύση συμβολαίου == risoluzione di un contratto
3 accomodame`nto, appianame`nto λύση διαφοράς == appianamento di un dissidio
4 letteratura conclusio`ne, scioglime`nto η λύση του δράματος == lo scioglimento di un dramma
5 di motore smonta`ggio ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λυρόνι Λυσίμαχος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---