Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›νετάρω

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

νετάρω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 completare
2 concludere
3 finire
4 finire
5 nettare
6 perfezionare (vt)
7 terminare

permalink
‹ Νεστωριανός
νέτος ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

νερώνω {νέρω-σα, ...
Νέσσος [ουσ αρσ ]
Νέστωρ {Νέστορος}...
Νεστωριανισμός [ουσ αρσ ]
Νεστωριανός [ουσ αρσ ]
νετάρω {νετ-άρισα...
νέτος [επίθ.]
νετρίνο [ουσ ουδ.]
νετρόνιο {νετρονί-ο...
νεύμα {νεύμ-ατος...
νευρά [θηλ.ουσ]
νευραλγία {νευραλγιώ...
νευραλγικός [επίθ.]
νευράξονας {νευραξόνω...
νευράξων [ουσ αρσ ]
νευρασθένεια {νευρασθεν...
νευρασθένειες [θηλ. ουσ πληθ.]
νευρασθενής {νευρασθεν...
νευρασθενικός [επίθ.]
νευρεκτομία [θηλ.ουσ]


{{ID:NETARW100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti