Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›προτεστάντης

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

προτεστάντης
ουσιαστικό αρσενικό

protestante (m)

permalink
‹ πρότερος
προτεσταντισμός ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

προτεραιότητα {προτεραιο...
προτερανδρία {χωρ. πληθ...
προτέρημα {προτερήμ-...
πρότερον [επίρ.]
πρότερος -η -ο θηλ....
προτεστάντης {προτεσταν...
προτεσταντισμός [ουσ αρσ ]
προτεταμένος [επίθ.]
προτεύουσα [θηλ.ουσ]
προτίθεμαι {προτίθε-σ...
προτίμηση {-ης κ. -ή...
προτιμητέος [επίθ.]
προτιμολόγιο {προτιμολο...
προτιμότερος [επίθ.]
προτιμώ {προτιμάς....
προτομή [θηλ.ουσ]
προτού [επίρ.]
προτρεπτικός [επίθ.]
προτρέπω {προέτρεψα...
προτρέπων [ουσ αρσ ]


{{ID:PROTESTANTHS100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti