Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›σεντεφένιος

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

σεντεφένιος
επίθετο

1 madreperla
2 madreperlaceo
3 perlaceo
4 perlato

permalink
‹ σενσουαλιστικός
σεντέφι ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Σενεγαλέζος [ουσ αρσ ]
σενιάν [επίθ.]
σενσουαλισμός {χωρ. πληθ...
σενσουαλιστής [ουσ αρσ ]
σενσουαλιστικός [επίθ.]
σεντεφένιος [επίθ.]
σεντέφι {σεντεφ-ιο...
σεντίνα [θηλ.ουσ]
σεντινόνερα [ουσ ουδ πληθ.]
σεντόνι {σεντονιού...
σεντονόπανο [ουσ ουδ.]
σεντούκι {σεντουκ-ι...
σεξ [ουσ ουδ.]
σέξι [επίθ.]
σεξισμός [ουσ αρσ ]
σεξιστής [ουσ αρσ ]
σεξοβόμβα {σπάν. σεξ...
σεξολογία {χωρ. πληθ...
σεξουαλικός [επίθ.]
σεξουαλικότητα {χωρ. πληθ...


{{ID:SENTEFENIOS100}}

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti