Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συζήτηση
ουσιαστικό θηλυκό

discussione (f)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  συζητημένος συζητήσιμος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


αρχίζω τη συζήτηση = attaccare un discorso || ούτε συζήτηση = manco a dirlo || θέτω υπό συζήτησην = mettere in discussione


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---