Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


τεζάρω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 stiracchiare (vi)
2 stirare (vt)
3 striminzire (vt)
4 stringere (vt)
5 tendere
6 tesare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  τεζαριστός τεζάχι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---