Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


υψηλός
επίθετο

1 alto
2 [ανώτερος] superiore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  υψηλόβαθμος υψηλότατε  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η υψηλή πιστότητα = alta fedeltà [θηλ.] || η υψηλή σαιζόν = alta stagione [θηλ.]


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---