Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

κομματάκια [ουσ ουδ πληθ.] κομμούνα [θηλ.ουσ]
κομματάκι–κομματάκι [επίρ.] κομμουνιστής [ουσ αρσ ]
κομματάρα [θηλ.ουσ] κομμουνίστρια [θηλ.ουσ]
κομματάρχης {κομματαρχ... κόμμωση {-ης κ. -ώ...
κομμάτι {κομματ-ιο... κομμωτήριο {κομμωτηρί...
κομμάτι [επίρ.] κομμωτής {κομμωτριώ...
κομματιάζω {κομμάτιασ... κομμωτική [θηλ.ουσ]
κομμάτιασμα [ουσ ουδ.] κομμώτρια {κομμωτριώ...
κομματιασμένος [επίθ.] κομό [ουσ ουδ.]
κομματίζομαι {κομματίσ-... κομοδίνο [ουσ ουδ.]
κομμάτι–κομμάτι [επίρ.] κομουδιάζω [ρ.]
κομματικοποιημένος [επίθ.] κομουνισμός {χωρ. πληθ...
κομματικός [επίθ.] κομουνιστές [ουσ αρσ πληθ.]
κομματισμός [ουσ αρσ ] κομουνιστής {κομουνιστ...
κόμματος [ουσ αρσ ] κομουνιστικός [επίθ.]
κομματσούλι [ουσ ουδ.] κομουνίστρια {κομουνιστ...
κομμένος [επίθ.] κομπάζω {κόμπασ-α,...
κομμεόδεντρο [ουσ ουδ.] κομπανία {κομπανιών...
κομμεοφόρος [επίθ.] κομπάρσα [θηλ.ουσ]
κομμεσσάριος [ουσ αρσ ] κομπάρσος [ουσ αρσ ]
κόμμι {κόμμ-εος ... κομπασμός [ουσ αρσ ]
κομμιώδης [επίθ.] κομπαστής [ουσ αρσ ]
κομμίωμα [ουσ αρσ ] κομπαστικός [επίθ.]
κομμίωση {-ης κ. -ώ... κομπάστρια {κομπαστρι...
κομμός [ουσ αρσ ] κομπέρ [ουσ αρσ ]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: