Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

cassettina (θηλ.ουσ) castellétto (ουσ αρσ )
cassettìsta (ουσ αρσ και θηλ.) castèllo (ουσ αρσ )
cassétto (ουσ αρσ ) castigamàtti (ουσ αρσ )
cassettóne (ουσ αρσ ) castigàre (ρ. μτβ.)
càssia (θηλ.ουσ) castigatézza (θηλ.ουσ)
cassière (ουσ αρσ ) castigatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
cassìno (ουσ αρσ ) castìgo (ουσ αρσ )
cassiterìte (θηλ.ουσ) castità (θηλ.ουσ)
cassóne (ουσ αρσ ) càsto (επίθ.)
cassonétto (ουσ αρσ ) castóne (ουσ αρσ )
cast (ουσ αρσ ) castorìno (ουσ αρσ )
càsta (θηλ.ουσ) castòro (ουσ αρσ )
castàgna (θηλ.ουσ) castrametazióne (θηλ.ουσ)
castagnàccio (ουσ αρσ ) castràre (ρ. μτβ.)
castagnéto (ουσ αρσ ) castràto (ουσ αρσ )
castagnétta (θηλ.ουσ) castràto (επίθ.)
castàgno (ουσ αρσ ) castratóio (ουσ αρσ )
castàgno (επίθ.) castratùra (θηλ.ουσ)
castagnòla (θηλ.ουσ) castrazióne (θηλ.ουσ)
castàldo (ουσ αρσ ) castrìsmo (ουσ αρσ )
castàle (επίθ.) castrìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
castàno (επίθ.) castronàggine (θηλ.ουσ)
castellàna (θηλ.ουσ) castróne (ουσ αρσ )
castellàno (ουσ αρσ ) castronerìa (θηλ.ουσ)
castellatùra (θηλ.ουσ) casuàle (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: