Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αχαρακτήριστος  
επίθετο

1 non caratterizza`bile
2 inqualifica`bile η συμπεριφορά σου είναι αχαρακτήριστη==il tuo comportamento è inqualificabile

αχαραχτήριστος
επίθετο

variante di [αχαρακτήριστος]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αχάραγος αχαριστία, (raro) αχαριστιά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---