Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


άχτι  
ουσιαστικό ουδέτερο

forte deside`rio ~m~ di vende`tta βγάζω το άχτι μου==togliersi la voglia di vendicarsi, vendicarsi | τον έχω άχτι==gliel'ho giurata, ce l'ho con lui

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αχτή αχτίδα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---