Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Αγαμέμνονας  
κύριο όνομα αρσενικό

Agame`nnone

Αγαμέμνων
κύριο όνομα αρσενικό

forma arcaica di [Αγαμέμνονας ^-α|-ος, ο^]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγαλματώδης αγαμία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---