αρπακτικός
επίθετο
1 predato`re
2 predato`rio
3 rapa`ce
αρπαχτικός
επίθετο
variante di [αρπακτικός]
αρπακτικότατος
επίθετο
superlativo di [αρπακτικός]
αρπαχτικότατος
επίθετο
superlativo di [αρπακτικός]
αρπακτικώτατος
επίθετο
superlativo di [αρπακτικός]
αρπακτικότερος
επίθετο
comparativo di [αρπακτικός]
αρπαχτικότερος
επίθετο
comparativo di [αρπακτικός]
αρπακτικώτερος
επίθετο
comparativo di [αρπακτικός]
επίθετο
1 predato`re
2 predato`rio
3 rapa`ce
αρπαχτικός
επίθετο
variante di [αρπακτικός]
αρπακτικότατος
επίθετο
superlativo di [αρπακτικός]
αρπαχτικότατος
επίθετο
superlativo di [αρπακτικός]
αρπακτικώτατος
επίθετο
superlativo di [αρπακτικός]
αρπακτικότερος
επίθετο
comparativo di [αρπακτικός]
αρπαχτικότερος
επίθετο
comparativo di [αρπακτικός]
αρπακτικώτερος
επίθετο
comparativo di [αρπακτικός]
permalink
αρπακτικός [επίθ.]
αρπακτικότατος [επίθ.]
αρπακτικότερος [επίθ.]
αρπακτικώτατος [επίθ.]
αρπακτικώτερος [επίθ.]
αρπαχτικός [επίθ.]
αρπαχτικότατος [επίθ.]
αρπαχτικότερος [επίθ.]
---CACHE---

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android